Πόσο γρήγορα μπορώ να μάθω Γερμανικά;

Οι παράγοντες που επηρεάζουν το πόσο αποδοτικός μπορεί να είναι ένας μαθητής

Αυτή είναι μια ερώτηση που καλούμαστε να απαντήσουμε πολλές φορές κάθε χρόνο.

Η απάντηση δεν είναι μία, καθώς είναι αρκετοί οι παράγοντες που επηρεάζουν το πόσο αποδοτικός μπορεί να είναι ένας μαθητής:

  1. Γνωρίζει άλλες ξένες γλώσσες;

  2. Πότε έκανε οργανωμένο μάθημα τελευταία φορά στη ζωή του;

  3. Οι γραμματικές γνώσεις στη μητρική γλώσσα πόσο καλές είναι;

  4. Πόσο χρόνο έχει στη διάθεσή του για μελέτη;

  5. Τι λοιπές υποχρεώσεις έχει στη ζωή του; Δουλειά, σπουδές, οικογένεια;

  6. Τι κίνητρο έχει για να μάθει μια νέα γλώσσα;

Ειδικά για τους ενήλικες μαθητές ο παράγοντας 6 είναι μάλλον ο πιο σημαντικός, μια και έχουμε δει στα τόσα χρόνια εμπειρίας μας μαθητές με μεγάλες, θεωρητικά, δυσκολίες στα 1-5 να πηγαίνουν εξαιρετικά λόγω ενός πολύ δυνατού κινήτρου, και μαθητές με πολύ γερές βάσεις στα 1-5 να δυσκολεύονται πολύ γιατί πολύ απλά δεν είχαν κίνητρο να μάθουν Γερμανικά. Στο τέλος όλοι τα καταφέρνουν, τα Γερμανικά δεν είναι υπερβολικά απαιτητική γλώσσα, αλλά ένα σαφές κίνητρο αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την αποδοτικότητα.

Σε ατομικό μάθημα, οι ταχύτητες συχνά ανεβαίνουν, αλλά όχι τόσο ώστε να πει κανείς ότι τα ομαδικά μαθήματα είναι κατά κανόνα πολύ πιο αργά.

Συχνά, μάλιστα, ειδικά με ενήλικες μαθητές, τα ομαδικά μαθήματα καταλήγουν να είναι πιο γρήγορα και αποδοτικά, μια και η υποχρέωση της εβδομαδιαίας παρακολούθησης δεν αφήνει περιθώρια για αναβολές, ακυρώσεις κ.ο.κ. Το ομαδικό μάθημα είναι ένα τραίνο που προχωρά με συγκεκριμένη ταχύτητα και είναι στο χέρι του μαθητή να μη μείνει πίσω, ενώ το ατομικό μάθημα συχνά έχει την πορεία ενός ωραίου σπορ αυτοκινήτου που ναι μεν μπορεί να πάει με πολύ γρήγορη ταχύτητα, αλλά συχνά-πυκνά σταματά κανείς να ξεκουραστεί ή να απολαύσει τη θέα.

Στα ομαδικά μαθήματα η ταχύτητα εκμάθησης προσδιορίζεται κατά κανόνα από το σχεδιασμό του τμήματος. Θέτουμε ένα περιγραφικό σημείο εκκίνησης (π.χ. μαθητές που έχουν ολοκληρώσει το Β1 σχετικά πρόσφατα και δεν έχουν ιδιαίτερα κενά), ένα σαφή στόχο (επιτυχημένη ολοκλήρωση του C1 στο τέλος της ακαδημαϊκής χρονιάς, και ενδεχόμενη συμμετοχή σε εξετάσεις για όποιον το επιθυμεί), υπολογίζουμε την ύλη που πρέπει να καλυφθεί και τις εβδομάδες/μέρες/ώρες που θα θέλαμε να αφιερώσουμε στο τμήμα αυτό, και απλώνοντας την ύλη μέσα στα χρονικά μας περιθώρια προκύπτει η ταχύτητα του τμήματος (στη συγκεκριμένη περίπτωση, για Β2 και C1 εντός 8μήνου: αρκετά υψηλή, μεταξύ εντατικού και υπερεντατικού).

Η ταχύτητα εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια μεταβλητή που αφορά κάθε μαθητή ξεχωριστά.

Μαθαίνω αργά δε σημαίνει μαθαίνω καλά και μαθαίνω γρήγορα δε σημαίνει μαθαίνω βιαστικά και πρόχειρα. Και από την άλλη, ένα αργό τμήμα δε σημαίνει ότι είναι και βαρετό και ένα ταχύρρυθμο τμήμα δε σημαίνει πως αφορά μόνο πολύ δυνατούς μαθητές. Η ταχύτητα εκμάθησης έχει μεν τη σημασία της, αλλά άλλοι παράγοντες στην εκμάθηση μιας γλώσσας είναι πολύ σημαντικότεροι: το οργανωμένο μάθημα, η ολοκληρωμένη φροντίδα όλων των γλωσσικών δεξιοτήτων, οι σαφείς στόχοι και ο διαρκής ενδιάμεσος έλεγχος, οι διδάσκοντες που νοιάζονται για τον κόπο των μαθητών τους, η ουσιαστική κατάκτηση μιας γλώσσας και όχι να κάνουμε τις εξετάσεις αυτοσκοπό κ.ο.κ.

Μπορούν όλοι να ανταποκριθούν σε όλες τις ταχύτητες; Όχι. Χρειάζεται να ανταποκριθούν όλοι σε όλες τις ταχύτητες; Φυσικά και όχι. Όπως κάποιος που εργάζεται αμέτρητες ώρες δε μπορεί να παρακολουθήσει εύκολα ένα εντατικό ή υπερεντατικό τμήμα, έτσι κι ένας φοιτητής που έχει αρκετές ώρες διαθέσιμες αν επιλέξει ένα "αργό" τμήμα είναι πιθανό να μη νιώσει ότι καταφέρνει κάτι, να του λείψει η πρόκληση, και τελικά να μην αποδώσει.

Είναι λοιπόν σημαντικό να συζητήσεις τις ανάγκες σου παρουσιάζοντας όλα τα δεδομένα ώστε να καταλήξεις στην επιλογή του πιο κατάλληλου τμήματος. Αν υπάρχει κίνητρο, όλα είναι δυνατά, μέσα σε ρεαλιστικά πλαίσια.

Μίλησε μαζί μας, και θα σε καθοδηγήσουμε στην πιο σωστή επιλογή.